ἐμβλήματος

ἐμβλήματος
ἔμβλημα
insertion
neut gen sg

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • θυρεός — Κληρονομικό διακριτικό σύμβολο, το συμβολικό νόημα του οποίου αναφέρεται στην ιστορική παράδοση του κατόχου του. Οι θ. ήταν κρατικοί ή τοπικοί, δηλαδή αντιπροσώπευαν πόλεις, νομούς, επαρχίες ή κράτη, και συχνά, κυρίως στον Μεσαίωνα,… …   Dictionary of Greek

  • Ελλάδα - Κοινωνία και Οικονομία (Αρχαιότητα) — ΟΙΚΟΝΟΜΙΑ ΚΑΙ ΚΟΙΝΩΝΙΑ ΣΤΗΝ ΑΡΧΑΙΟΤΗΤΑ ΑΡΧΑΪΚΗ ΠΕΡΙΟΔΟΣ Η οικονομία στην Aρχαϊκή περίοδο Στον τομέα της οικονομίας, στην Aρχαϊκή περίοδο, σημειώθηκε μια σημαντική πρόοδος σε σχέση με τη Γεωμετρική περίοδο. Κατά τη διάρκεια της Γεωμετρικής… …   Dictionary of Greek

  • Σταυρός, Διεθνής Ερυθρός — Συγκρότημα φιλανθρωπικών οργανώσεων που αποβλέπουν στην προσφορά βοήθειας στα θύματα του πολέμου, των φυσικών καταστροφών και των κοινωνικών αναστατώσεων. Περιλαμβάνει δυο χωριστές οργανώσεις: τη Διεθνή Επιτροπή του Ερυθρού Σταυρού και την Ένωση… …   Dictionary of Greek

  • θυρεός — ο 1. πέτρα με την οποία έκλειναν την πόρτα οι αρχαίοι. 2. το κύριο μέρος οικόσημου ή εθνικού εμβλήματος: Ο θυρεός της Ελληνικής Δημοκρατίας έχει το σχήμα της ελληνικής σημαίας …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”